Μαθησιακές Δυσκολίες και Διαπροσωπικές Σχέσεις

Η μάθηση αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να αποκτά γνώσεις και δεξιότητες τόσο στον χώρο του σχολείου όσο και στην αλληλεπίδρασή του με την οικογένεια στο σπίτι και γενικά με τα άτομα που τον περιβάλλουν.

Οι Μαθησιακές Δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε μια ανομοιογενή ομάδα διαταραχών οι οποίες εκδηλώνονται με σημαντικές δυσκολίες στην πρόσκτηση και χρήση ικανοτήτων ακρόασης, ομιλίας, ανάγνωσης, γραφής, συλλογισμού ή μαθηματικών ικανοτήτων. Προβλήματα σε συμπεριφορές αυτοελέγχου, κοινωνικής αντίληψης και κοινωνικής αλληλεπίδρασης μπορεί να συνυπάρχουν με τις μαθησιακές δυσκολίες, αλλά δεν συνιστούν από μόνα τους μαθησιακές δυσκολίες. Αν και οι μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να εμφανίζονται μαζί με άλλες καταστάσεις μειονεξίας (πχ. αισθητηριακή βλάβη, νοητική καθυστέρηση, σοβαρή συναισθηματική διαταραχή) ή με εξωτερικές επιδράσεις, όπως οι πολιτισμικές διαφορές, η ανεπαρκής ή ακατάλληλη διδασκαλία, δεν είναι το άμεσο αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων ή επιδράσεων (Hammill, 1990). Μερικοί άνθρωποι μπορεί να έχουν ένα μοναδικό, ξεχωριστό μαθησιακό πρόβλημα, το οποίο επηρεάζει λίγο τη ζωή τους, ενώ άλλοι παρουσιάζουν διάφορες Μαθησιακές Δυσκολίες που αλληλοεπικαλύπτονται.

Οι Μαθησιακές Δυσκολίες περιλαμβάνουν τις Διαταραχές της Ανάγνωσης, της Γραπτής Έκφρασης και των Μαθηματικών.

Τα βασικά συμπτώματα της Διαταραχής της Ανάγνωσης είναι

α) η αργή ανάγνωση, με δισταγμό, χωρίς ροή και με συχνούς συλλαβισμούς,
β) η παράλειψη, πρόσθεση, αντικατάσταση γραμμάτων, συλλαβών ή λέξεων,
γ) η μη διαδοχική ανάγνωση των σειρών του κειμένου και
δ) η ελλιπής κατανόηση του κειμένου.

Τα βασικά συμπτώματα της Διαταραχής της Γραπτής Έκφρασης είναι

α) η παράλειψη, πρόσθεση, αντικατάσταση γραμμάτων, συλλαβών ή λέξεων,
β) τα πολλά ορθογραφικά λάθη ακόμα και σε λέξεις που έχουν συστηματικά διδαχθεί και
γ) η κακογραφία, μουντζούρες, απουσία σημείων στίξης, κατάργηση των διαστημάτων μεταξύ των λέξεων.

Τα βασικά συμπτώματα στη Διαταραχή των Μαθηματικών είναι

α) η δυσκολία στην αναγνώριση των μαθηματικών συμβόλων,
β) η δυσκολία στην αντιγραφή αριθμών, πράξεων και
γ) η δυσκολία στην εκμάθηση του πολλαπλασιασμού και στη χρήση των «κρατουμένων».

Ένα άτομο το οποίο αντιμετωπίζει κάποια Μαθησιακή Δυσκολία μπορεί να έχει ελλείψεις στη φωνολογική του ενημερότητα, να αντιμετωπίζει δυσχέρεια δηλαδή στην κατάτμηση των λέξεων σε φθόγγους, καθώς και να έχει δυσκολία στον χωροχρονικό του προσανατολισμό, να δυσκολεύεται στη διάκριση δεξί – αριστερό, πριν – μετά.

Οι Μαθησιακές Δυσκολίες μπορούν να δυσκολέψουν πάρα πολύ την δημιουργία φιλίας στην παιδική ηλικία ή την συναναστροφή με συνομηλίκους. Στις σχέσεις με συνομηλίκους μπορεί να κυριαρχεί η προβληματική επικοινωνία και αλληλεπίδραση, να υπάρχουν προβλήματα όχι μόνο στην δημιουργία σχέσεων αλλά και στη διατήρησή τους και τέλος να υπάρχει γενική δυσκολία στις κοινωνικές δεξιότητες. Τα παιδιά που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες είτε διώχνονται από τους συνομήλικούς τους είτε δεν αποκτούν στενούς φίλους. Μερικά από τα παιδιά αυτά μπορεί να μην έχουν καλή συμπεριφορά στο σχολείο διότι προτιμούν να φαίνονται περισσότερο “κακά” παιδιά παρά να φαίνονται παιδιά χαμηλών ικανοτήτων. Το παιδί στην προσπάθειά του να μάθει, θα απογοητεύεται όλο και περισσότερο, θα έχει συναισθηματικά προβλήματα και θα του δημιουργηθούν αισθήματα χαμηλής αυτοεκτίμησης λόγω των επανειλημμένων αποτυχιών. Σαν αποτέλεσμα θα κλείνεται ολοένα και περισσότερο στον εαυτό του και θα απέχει από τις ενδοσχολικές και τις εξωσχολικές δραστηριότητες.

Ορισμένοι γονείς αρνούνται ότι το παιδί τους εμφανίζει κάποια ιδιαιτερότητα, παρότι τα σημάδια της ενδέχεται από την αρχή να είναι ορατά. Θεωρούν ότι η κατάσταση είναι φυσιολογική ανάλογα με την ηλικία του ή ότι θα βελτιωθεί σταδιακά από μόνη της. Με αποτέλεσμα το παιδί να μένει αβοήθητο και να επηρεάζονται όχι μόνο οι σχολικές του επιδόσεις και η ψυχολογία του αλλά και οι διαπροσωπικές του σχέσεις. Oι Μαθησιακές Δυσκολίες μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τις σχέσεις του παιδιού με τα αδέλφια του, τα οποία βιώνουν την «ιδιαίτερη» φροντίδα που αυτό τυγχάνει από τους γονείς, με συνέπεια να προκαλούνται ζήλια, αντίδραση, πιθανή επιθετικότητα και ενοχές.

Η κοινωνικότητα του παιδιού είναι αυτή που σε μεγάλο βαθμό καθορίζει την αυτοπεποίθησή του, τις φιλίες του, και την προσαρμογή του στη σχολική ζωή. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι οι κοινωνικές δεξιότητες του παιδιού θα καθορίσουν την επιτυχία και την προσαρμογή του στη ενήλικη ζωή του. Η ποιότητα της ζωής ενηλίκων με Μαθησιακές Δυσκολίες εξαρτάται πρώτα από όλα από τον βαθμό στον οποίο κατάφεραν να αναπτύξουν τις κοινωνικές τους δεξιότητες, κι όχι από τις ακαδημαϊκές τους επιδόσεις. Η ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που οι γονείς παιδιών με ιδιαιτερότητες καλούνται να αντιμετωπίσουν. Συνήθως το περιβάλλον της οικογένειας βλέπει τη Μαθησιακή Δυσκολία καθώς και οι συμμαθητές του παιδιού. Στις περισσότερες περιπτώσεις το αντιλαμβάνεται και το ίδιο το παιδί. Καταλαβαίνει ότι δυσκολεύεται και ανάλογα με τη δυσκολία του το απομονώνουν οι συμμαθητές του. Σαν αποτέλεσμα δυσχεραίνεται η κοινωνική ένταξη του παιδιού τόσο στο παρόν όσο και μελλοντικά, επηρεάζεται η ικανότητα του ατόμου να συνεργάζεται με άλλα άτομα, να αποκτά διαπροσωπικές σχέσεις και να αναλαμβάνει τις ευθύνες του ως μέλος μιας κοινωνικής ομάδας.

Στην εποχή μας η κυριαρχία του ηλεκτρονικού υπολογιστή και του διαδικτύου είναι αδιαμφισβήτητη. Σε όλα τα παιδιά αρέσει να χρησιμοποιούν τον υπολογιστή, να παίζουν παιχνίδια σε αυτόν αλλά και να περνούν ευχάριστα τις ελεύθερες ώρες τους στο διαδίκτυο. Με αυτόν τον τρόπο επικοινωνούν με τους συμμαθητές τους και επενδύουν στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Στις περιπτώσεις όμως που κάποιο παιδί αντιμετωπίζει μια Μαθησιακή Δυσκολία συνήθως δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιεί με πλήρη επάρκεια τον υπολογιστή νοιώθοντας μειονεκτικά απέναντι στους συνομηλίκους του. Σαν αποτέλεσμα δυσχεραίνονται οι διαπροσωπικές του σχέσεις.

Οι υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις συνεισφέρουν στην άμεση ευτυχία του παιδιού και είναι ένας σημαντικός παράγοντας μακροπρόθεσμα στην ανάπτυξή του. Για αυτό τον λόγο το ίδιο το περιβάλλον του παιδιού πρέπει να είναι σε θέση να φροντίζει ώστε το παιδί να αλληλεπιδρά με τους γύρω του, να δένεται συναισθηματικά και να δημιουργεί δυνατές σχέσεις. Το παιδί πρέπει να καταλάβει πως οι Μαθησιακές του Δυσκολίες δεν μπορούν να αποτελούν εμπόδιο στην επαφή του με τους άλλους. Για να επιτευχθούν ομαλές διαπροσωπικές σχέσεις χρειάζεται προσπάθεια και από τις δυο πλευρές, συνεπώς το παιδί που αντιμετωπίζει Μαθησιακές Δυσκολίες πρέπει να γνωρίζει πως όταν κάποιος προσπαθεί να τον πλησιάσει πρέπει να κάνει και το ίδιο κάποιο βήμα. Φυσικά πρέπει να έχει αυτοπεποίθηση και να μην αισθάνεται μειονεκτικά, δεν πρέπει να σκέφτεται ότι το πλησιάζουν για να το πειράξουν ή να το κοροϊδέψουν.

Το παιδί μπορεί και οφείλει να έχει υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις. Οι συμβουλές, οι παροτρύνσεις των κοντινών του ατόμων καθώς και η δική του προσπάθεια είναι αυτά που θα τον βοηθήσουν ώστε να επιτευχθεί αυτός ο στόχος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

·www.el.wikipedia.org

·www.daskalos.edu.gr

·www.anadrassi.gr

·Ελένη Λιβανίου, 2004, Μαθησιακές δυσκολίες και προβλήματα συμπεριφοράς, Κέδρο.

·Σουζάνα Παντελιάδου, 2000, Μαθησιακές Δυσκολίες και Εκπαιδευτική Πράξη, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα.

·Χρήστος Τριπόδης, Αναστάσιος Χριστάκης, Κυριακή Μαύρου, Νικόλαος Τριπόδης, 2010, Προβλήματα συμπεριφοράς παιδιών στη σχολική μονάδα, Αθήνα.

· Μαρία Τζουριάδου, Μαθησιακές Δυσκολίες.